Intoned
volume
British pronunciation/ɪntˈə‍ʊnd/
American pronunciation/ˌɪnˈtoʊnd/

Ορισμός και Σημασία του "intoned"

01

uttered in a monotonous cadence or rhythm as in chanting

word family

toned

toned

Adjective

intoned

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store