Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Internal ear
01
εσωτερικό αυτί, λαβύρινθος του αυτιού
a complex system of interconnecting cavities; concerned with hearing and equilibrium
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
εσωτερικό αυτί, λαβύρινθος του αυτιού