Inflected
volume
British pronunciation/ɪnflˈɛktɪd/
American pronunciation/ˌɪnˈfɫɛktəd/

Ορισμός και Σημασία του "inflected"

01

(of the voice) altered in tone or pitch

02

showing alteration in form (especially by the addition of affixes)

download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store