LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Infant mortality
/ˈɪnfənt mɔːtˈalɪti/
/ˈɪnfənt mɔːɹtˈælɪɾi/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "infant mortality"
Infant mortality
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
the death rate during the first year of life
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
infant feeding
infant deathrate
infant
infancy
infamy
infant mortality rate
infant prodigy
infant school
infant's-breath
infanticide
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App