LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Infant's-breath
/ˈɪnfəntsbɹˈɛθ/
/ˈɪnfəntsbɹˈɛθ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "infant's-breath"
Infant's-breath
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
Eurasian herb with ample panicles of small white flowers; naturalized in North America
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
infant school
infant prodigy
infant mortality rate
infant mortality
infant feeding
infanticide
infantile
infantile amaurotic idiocy
infantile autism
infantile fixation
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App