Inexperient
volume
British pronunciation/ˌɪnɛkspˈiəɹɪənt/
American pronunciation/ˌɪnɛkspˈiəɹɪənt/

Ορισμός και Σημασία του "inexperient"

inexperient
01

lacking practical experience or training

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store