Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
in any case
01
σε κάθε περίπτωση, ούτως ή άλλως
used to indicate that something is true regardless of other factors or circumstances
Παραδείγματα
I do n’t know if they will come, but in any case, we ’ll start the meeting at 10 AM.
Δεν ξέρω αν θα έρθουν, αλλά σε κάθε περίπτωση, θα ξεκινήσουμε τη συνάντηση στις 10 π.μ.
The weather might change, but in any case, we should leave now.
Ο καιρός μπορεί να αλλάξει, αλλά σε κάθε περίπτωση, πρέπει να φύγουμε τώρα.
02
σε κάθε περίπτωση, ούτως ή άλλως
making an additional point; anyway



























