Importing
volume
British pronunciation/ɪmpˈɔːtɪŋ/
American pronunciation/ˌɪmˈpɔɹtɪŋ/

Ορισμός και Σημασία του "importing"

01

the commercial activity of buying and bringing in goods from a foreign country

word family

import

import

Verb

importing

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store