Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Aquatic
01
υδρόβιο φυτό, φυτό που ζει στο νερό
a plant that lives in or on water
aquatic
01
υδρόβιος, σχετικός με το νερό
related to or adapted for living or functioning in water
Παραδείγματα
The aquarium showcased a wide variety of aquatic creatures, from colorful fish to mesmerizing jellyfish.
Το ενυδρείο παρουσίασε μια μεγάλη ποικιλία υδρόβιων πλασμάτων, από πολύχρωμα ψάρια μέχρι μαγευτές μέδουσες.
Scientists are researching the effects of pollution on aquatic life, noting the decline in certain species over the years.
Οι επιστήμονες ερευνούν τις επιπτώσεις της ρύπανσης στη υδρόβια ζωή, σημειώνοντας τη μείωση ορισμένων ειδών με τα χρόνια.
02
υδρόβιος, σχετικός με το νερό
connected with, located in, or related to water
Παραδείγματα
Swimming is a popular aquatic sport enjoyed by many around the world.
Η κολύμβηση είναι ένα δημοφιλές υδάτινο άθλημα που απολαμβάνουν πολλοί σε όλο τον κόσμο.
The resort offered various aquatic activities, from snorkeling to jet-skiing.
Το θέρετρο προσέφερε διάφορες υδάτινες δραστηριότητες, από καταδύσεις με αναπνευστήρα έως ιστιοσανίδα.
Λεξικό Δέντρο
aquatic
aquat



























