Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Humus
01
χούμους, πολτό από ρεβίθια
a middle eastern creamy puree consisting of chickpeas, sesame paste, garlic, and olive oil which could be eaten with or without bread
Παραδείγματα
Humus is a staple in many Middle Eastern dishes.
Το χούμους είναι βασικό συστατικό σε πολλά πιάτα της Μέσης Ανατολής.
She spread humus on the pita bread before adding some vegetables.
Εξάπλωσε το χούμους στο πίτα πριν προσθέσει μερικά λαχανικά.
02
χούμος
a type of soil formed by decayed plants and leaves
Παραδείγματα
Farmers often add humus to their fields to improve the quality of the soil.
Οι αγρότες συχνά προσθέτουν χούμο στα χωράφια τους για να βελτιώσουν την ποιότητα του εδάφους.
The forest floor was covered with a thick layer of humus, which helped retain moisture in the soil.
Το δάπεδο του δάσους ήταν καλυμμένο με ένα παχύ στρώμα χούμου, το οποίο βοήθησε στη διατήρηση της υγρασίας στο έδαφος.
Λεξικό Δέντρο
humify
humus



























