LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Huddler
/hˈʌdlə/
/hˈʌdlɚ/
Noun (2)
Ορισμός και Σημασία του "huddler"
Huddler
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a member of a huddle
02
a person who crouches
word family
huddle
huddle
Verb
huddler
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
huddled
huddle up
huddle together
huddle
huddie leadbetter
hudood
hudson river school
hudud
hue
hue and cry
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App