LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Hokusai
/hˈəʊkjuːsˌaɪ/
/hˈoʊkjuːsˌaɪ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "hokusai"
Hokusai
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
Japanese painter whose work influenced the impressionists (1760-1849)
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
hokum
hokkianese
hokkaido
hokey
hoity-toity
holandric gene
holarrhena
holarrhena antidysenterica
holarrhena pubescens
holbrookia
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App