LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Higher-ranking
/hˈaɪəɹˈaŋkɪŋ/
/hˈaɪɚɹˈæŋkɪŋ/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "higher-ranking"
higher-ranking
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
having a higher rank
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
higher you climb the harder you fall
higher up
higher the monkey climbs the more he shows his tail
higher status
higher rank
higher-up
highest card
highfalutin
highfaluting
highflier
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App