LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Headship
/hˈɛdʃɪp/
/ˈhɛdˌʃɪp/
Noun (2)
Ορισμός και Σημασία του "headship"
Headship
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
the position of head
02
the position of headmaster or headmistress
word family
head
head
Noun
headship
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
headshaking
headshake
headset
headscarf
headsail
headshot
headsman
headspace
headspring
headstall
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App