hardy
har
ˈhɑr
χαρ
dy
di
ντι
British pronunciation
/hˈɑːdi/

Ορισμός και σημασία του "hardy"στα αγγλικά

01

θαρραλέος, τολμηρός

possessing bravery and boldness
hardy definition and meaning
example
Παραδείγματα
Her hardy spirit allowed her to face challenging situations with confidence.
Το θαρραλέο πνεύμα της της επέτρεψε να αντιμετωπίζει δύσκολες καταστάσεις με αυτοπεποίθηση.
The team of hardy adventurers tackled the extreme weather conditions fearlessly.
Η ομάδα των τολμηρών περιηγητών αντιμετώπισε τις ακραίες καιρικές συνθήκες χωρίς φόβο.
02

γερός, ανθεκτικός

having a strong and well-built physique
example
Παραδείγματα
You need a hardy body to be a firefighter since the work involves heavy lifting, carrying equipment and battling blazes for hours.
Χρειάζεστε ένα γερό σώμα για να γίνετε πυροσβέστης, καθώς η εργασία περιλαμβάνει την ανύψωση βαρέων αντικειμένων, τη μεταφορά εξοπλισμού και την καταπολέμηση πυρκαγιών για ώρες.
Maria grew up on a remote farm, which gave her a strong, hardy physique that allowed her to endure long days of strenuous labor outside.
Η Μαρία μεγάλωσε σε ένα απομακρυσμένο αγρόκτημα, κάτι που της έδωσε μια γερή σωματική διάπλαση που της επέτρεψε να αντέχει μεγάλες ώρες εξαντλητικής εργασίας έξω.
03

ανθεκτικός, γερός

able to survive under unfavorable weather conditions
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store