LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Hair stroke
/hˈeə stɹˈəʊk/
/hˈɛɹ stɹˈoʊk/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "hair stroke"
Hair stroke
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a very fine line in writing or printing
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
hair straighteners
hair space
hair slide
hair shirt
hair seal
hair tonic
hair transplantation
hair trigger
hair's breadth
hair's-breadth
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App