LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Grande dame
/ɡɹˈand dˈeɪm/
/ɡɹˈænd dˈeɪm/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "grande dame"
Grande dame
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a middle-aged or elderly woman who is stylish and highly respected
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
granddaughter
granddaddy
granddad
grandchild
grandaunt
grandee
grandeur
grandfather
grandfather clock
grandiloquence
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App