Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Gorgonzola
01
γκοργκοντζόλα, ιταλικό μπλε τυρί
an Italian blue cheese with a pungent taste and smell
Παραδείγματα
I love adding crumbled Gorgonzola to my spinach salad for an extra burst of flavor.
Λατρεύω να προσθέτω ψιλοκομμένη Γκοργκοντζόλα στη σαλάτα μου με σπανάκι για μια επιπλέον έκρηξη γεύσης.
I recently discovered a delicious Gorgonzola and honey crostini recipe.
Ανακάλυψα πρόσφατα μια νόστιμη συνταγή για κροστίνι με γκοργκοντζόλα και μέλι.



























