LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Anti-inflammatory drug
/ˈantiɪnflˈamətəɹˌi dɹˈʌɡ/
/ˈæntaɪɪnflˈæmətˌoːɹi dɹˈʌɡ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "anti-inflammatory drug"
Anti-inflammatory drug
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a medicine intended to reduce inflammation
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
anti-inflammatory
anti-impotence drug
anti-government
anti-g suit
anti-flash white
anti-intellectual
anti-intrusion bar
anti-lock braking system
anti-nuclear
anti-personnel bomb
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App