Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
global climate change
/ɡlˈoʊbəl klˈaɪmət tʃˈeɪndʒ/
/ɡlˈəʊbəl klˈaɪmət tʃˈeɪndʒ/
Global climate change
01
παγκόσμια κλιματική αλλαγή, παγκόσμια θέρμανση
a change in the world's climate
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
παγκόσμια κλιματική αλλαγή, παγκόσμια θέρμανση