geologist
geo
ˈʤiɑ
τζια
lo
λα
gist
ʤəst
τζαστ
British pronunciation
/d‍ʒɪˈɒləd‍ʒˌɪst/

Ορισμός και σημασία του "geologist"στα αγγλικά

01

γεωλόγος, επιστήμονας ειδικευμένος στη γεωλογία

a scientist who studies the Earth's structure, composition, processes, and history, including rocks, minerals, fossils, and geological phenomena
example
Παραδείγματα
The geologist analyzed the rock formations to determine their geological age and origin.
Ο γεωλόγος ανέλυσε τις βραχώδεις σχηματισμούς για να καθορίσει τη γεωλογική τους ηλικία και προέλευση.
Geologists use specialized tools and techniques to map underground resources like oil and minerals.
Οι γεωλόγοι χρησιμοποιούν εξειδικευμένα εργαλεία και τεχνικές για να χαρτογραφήσουν υπόγειους πόρους όπως το πετρέλαιο και τα ορυκτά.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store