Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Garmentmaker
01
κατασκευαστής ενδυμάτων, ράφτης
a person who makes garments
Λεξικό Δέντρο
garmentmaker
garment
maker
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
κατασκευαστής ενδυμάτων, ράφτης
Λεξικό Δέντρο
garment
maker