Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Game show
01
παιχνίδι τηλεόρασης, τηλεοπτικό κουίζ
a television or radio program where people compete against each other to win prizes
Παραδείγματα
She won a new car on a popular game show last night.
Κέρδισε ένα καινούριο αυτοκίνητο σε μια δημοφιλή εκπομπή παιχνιδιών χθες το βράδυ.
The game show host always has a charismatic presence.
Ο παρουσιαστής του τηλεπαιχνιδιού έχει πάντα μια χαρισματική παρουσία.



























