Galled
volume
British pronunciation/ɡˈɔːld/
American pronunciation/ɡˈɔːld/

Ορισμός και Σημασία του "galled"

01

painful from having the skin abraded

word family

gall

gall

Verb

galled

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store