LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Free-swimming
/fɹˈiːswˈɪmɪŋ/
/fɹˈiːswˈɪmɪŋ/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "free-swimming"
free-swimming
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
(of animals) able to swim about; not attached
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
free-standing
free-spoken
free-soil
free-reed instrument
free-reed
free-tailed bat
free-thinking
free-to-air
freebee
freebie
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App