Androglossia
volume
British pronunciation/ˈandɹəɡlˌɒʃə/
American pronunciation/ˌændɹəɡlˈɔsiə/

Ορισμός και Σημασία του "androglossia"

01

a woman's voice with male qualities

word family

androglossia

androglossia

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store