Fissile
volume
British pronunciation/fˈɪsa‍ɪl/
American pronunciation/ˈfɪsəɫ/

Ορισμός και Σημασία του "fissile"

01

capable of being split or cleft or divided in the direction of the grain

02

capable of undergoing nuclear fission

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store