Fipple
volume
British pronunciation/fˈɪpə‍l/
American pronunciation/ˈfɪpəɫ/

Ορισμός και Σημασία του "fipple"

01

a wooden plug forming a flue pipe (as the mouthpiece of a recorder)

word family

fipple

fipple

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store