LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Farting
/fˈɑːtɪŋ/
/ˈfɑɹtɪŋ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "farting"
Farting
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a reflex that expels intestinal gas through the anus
word family
fart
fart
Verb
farting
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
farthingale
farthing
farthest
farthermost
farther
fartlek
faruk i
fasces
fascia
fascicle
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App