Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Escarole
01
εσκαρόλ, ποικιλία αντίδιου με φύλλα με ακανόνιστες κροσσωτές άκρες
variety of endive having leaves with irregular frilled edges
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
εσκαρόλ, ποικιλία αντίδιου με φύλλα με ακανόνιστες κροσσωτές άκρες