LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Epoxy glue
/ɪpˈɒksi ɡlˈuː/
/ɪpˈɑːksi ɡlˈuː/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "epoxy glue"
Epoxy glue
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a thermosetting resin; used chiefly in strong adhesives and coatings and laminates
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
epoxy
epos
eponymy
eponymous
eponymic
epoxy resin
eprom
eps
epsilon
epsilon aurigae
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App