Entrenchment
volume
British pronunciation/ɛntɹˈɛnt‍ʃmənt/
American pronunciation/ɛnˈtɹɛntʃmənt/

Ορισμός και Σημασία του "entrenchment"

01

an entrenched fortification; a position protected by trenches

download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store