Encapsulation
volume
British pronunciation/ɛnkˌæpsuːlˈe‍ɪʃən/
American pronunciation/ɛnkˌæpsuːlˈeɪʃən/

Ορισμός και Σημασία του "encapsulation"

01

the process of enclosing (as in a capsule)

02

the condition of being enclosed (as in a capsule)

download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store