LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Alveolar ectasia
/ˌalvɪˈəʊləɹ ɛktˈeɪziə/
/ˌælvɪˈoʊlɚɹ ɛktˈeɪʒə/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "alveolar ectasia"
Alveolar ectasia
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
abnormal enlargement of the air sacs in the lungs
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
alveolar duct
alveolar consonant
alveolar bed
alveolar artery
alveolar arch
alveolar point
alveolar process
alveolar resorption
alveolar rhabdomyosarcoma
alveolar rhabdosarcoma
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App