LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Edmund cartwright
/ˈɛdmʌnd kˈɑːtɹaɪt/
/ˈɛdmʌnd kˈɑːɹtɹaɪt/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "edmund cartwright"
Edmund cartwright
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
English clergyman who invented the power loom (1743-1823)
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
edmund burke
edmontosaurus
edmontonia
edmonton
edmond rostand
edmund halley
edmund husserl
edmund i
edmund kean
edmund malone
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App