LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Early-flowering
/ˈɜːlɪflˈaʊəɹɪŋ/
/ˈɜːlɪflˈaʊɚɹɪŋ/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "early-flowering"
early-flowering
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
of plants that bloom during the spring
word family
early-flowering
early-flowering
Adjective
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
early-blooming
early warning system
early warning radar
early warning
early wake-robin
early-morning hour
earlyish
earmark
earmuff
earn
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App