LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Droshky
/dɹˈɒʃki/
/dɹˈɑːʃki/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "droshky"
Droshky
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
an open horse-drawn carriage with four wheels; formerly used in Poland and Russia
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
droseraceae
drosera
dropsy
dropsical
dropseed
drosky
drosophila
drosophila melanogaster
drosophilidae
drosophyllum
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App