LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Driftage
/dɹˈɪftɪdʒ/
/dɹˈɪftɪdʒ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "driftage"
Driftage
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
the deviation (by a vessel or aircraft) from its intended course due to drifting
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
drift punch
drift off
drift net
drift ice
drift diving
drifter
drifting
driftwood
drill
drill bit
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App