LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Double-dyed
/dˈʌbəldˈaɪd/
/dˈʌbəldˈaɪd/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "double-dyed"
double-dyed
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
without qualification; used informally as (often pejorative) intensifiers
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
double-double
double-decker
double-dealing
double-dealer
double-date
double-edged
double-end bag
double-entry bookkeeping
double-faced
double-geared
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App