
Αναζήτηση
to dig out
01
ξεθάβω, σκάβω έξω
dig out from underneath earth or snow
02
σκάβω έξω, ξεθάβω
create by digging
03
ξεθάβω, εκσκαφώ
remove, harvest, or recover by digging

Συναφή Λέξεις
Αναζήτηση
ξεθάβω, σκάβω έξω
σκάβω έξω, ξεθάβω
ξεθάβω, εκσκαφώ