LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Cretinous
/kɹˈɛtɪnəs/
/kɹˈɛtɪnəs/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "cretinous"
cretinous
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
afflicted with cretinism
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
cretinism
cretin
cretan
cretaceous period
cretaceous
cretonne
creusa
creutzfeldt-jakob disease
crevalle jack
crevasse
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App