Corpuscular
volume
British pronunciation/kɔːpˈʌskjʊlɐ/
American pronunciation/kɔːɹpˈʌskjʊlɚ/

Ορισμός και Σημασία του "corpuscular"

corpuscular
01

of or relating to corpuscles

word family

corpuscular

corpuscular

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store