LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Corn salad
/kˈɔːn sˈaləd/
/kˈɔːɹn sˈæləd/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "corn salad"
Corn salad
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a plant of the genus Valerianella
Παράδειγμα
My
mother
taught
me
how
to
create
a
tasty
pinto bean
and
corn salad
.
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App