LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Corbel
/kˈɔːbəl/
/ˈkɔɹbəɫ/
Noun (1)
Verb (1)
Ορισμός και Σημασία του "corbel"
Corbel
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
κάνιστρο
a piece of stone or wood protruding from a wall, supporting its above structure
truss
to corbel
ΡΉΜΑ
01
κάνιστρο
furnish with a corbel
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App