LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Air-slake
/ˈeəslˈeɪk/
/ˈerslˈeɪk/
Verb (1)
Ορισμός και Σημασία του "air-slake"
to air-slake
ΡΉΜΑ
01
alter by exposure to air with conversion at least in part to a carbonate
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
air-ship
air-raid shelter
air-intake
air-freight
air-filled
air-sleeve
air-tight
air-to-air
air-to-air missile
air-to-ground
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App