Conjuring
volume
British pronunciation/kˈʌnd‍ʒəɹɪŋ/
American pronunciation/ˈkɑndʒɝɪŋ/

Ορισμός και Σημασία του "conjuring"

01

calling up a spirit or devil

word family

conjure

conjure

Verb

conjuring

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store