Comicality
volume
British pronunciation/kˈɒmɪkˈalɪti/
American pronunciation/kˈɑːmɪkˈælɪɾi/

Ορισμός και Σημασία του "comicality"

01

the quality of being comical

word family

comic

comic

Noun

comical

Adjective

comicality

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store