Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Hot girl era
01
εποχή της καυτής κοπέλας, περίοδος της σέξι κοπέλας
a period of self-confidence, independence, or embracing one's attractiveness and charisma
Παραδείγματα
She's in her hot girl era; no time for drama.
Είναι στην εποχή της καυτής κοπέλας της· δεν έχει χρόνο για δράματα.
I'm starting my hot girl era this month.
Ξεκινάω την εποχή της καυτής κοπέλας μου αυτόν τον μήνα.



























