Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
left luggage
/lˈɛft lˈʌɡɪdʒ/
/lˈɛft lˈʌɡɪdʒ/
Left luggage
01
αποθήκη αποσκευών, φύλαξη αποσκευών
a secure storage facility found at train stations or airports, where travelers can leave their bags temporarily
Dialect
British
Παραδείγματα
We put our bags in the left luggage before catching our train.
Βάλαμε τις τσάντες μας στην αποθήκη αποσκευών πριν πάρουμε το τρένο μας.
The station's left luggage lockers are open from 6 a.m. to 10 p.m.
Οι θήκες για απομεινάρια αποσκευών του σταθμού είναι ανοιχτές από τις 6 π.μ. έως τις 10 μ.μ.



























