Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
coagulated
01
πήξας, πηκτικός
transformed from a liquid into a soft semisolid or solid mass
02
πηγμένος, πηκτωμένος
changed into a solid mass
Λεξικό Δέντρο
coagulated
coagulate
coagul
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
πήξας, πηκτικός
πηγμένος, πηκτωμένος
Λεξικό Δέντρο